Μετά από δεκαπέντε χρόνια αμεριμνησίας και αναβλητικότητας, ήρθε η ώρα να δείξω λίγο φροντίδα στα σκαλοπάτια της σκάλας μου. Όχι πως δεν άντεχαν παραπάνω την ταλαιπωρία: πέρα από τις επιφανειακές γρατζουνιές και τη θαμπάδα, δεν είχαν υποστεί ιδιαίτερη κακοποίηση. Η μόνη, αλλά εμφανής, ένδειξη κακοποίησης ήταν κάποιοι λεκέδες-ενθύμια από τους οίστρους της Πηνελόπης, της γάτας μου.
Παρόλο που το τικ είναι πολύ συμπαγές ξύλο, η ελλιπής συντήρηση έδωσε την ευκαιρία στα υγρά να εισχωρήσουν στο ξύλο αρκετά βαθειά με αποτέλεσμα κάθε προσπάθεια να τα καθαρίσω να πέφτει στο κένο. Υπεύθυνοι τέτοιων εγκλημάτων σε άλλες περιπτώσεις θα διώκονταν, αλλά στην προκειμένη η δράστρια έχει το ακαταλόγιστο.
Ξεκινήσα δοκιμάζοντας δύο τρόπους αφαίρεσης του παλιού στρώματος λαδιού: με ειδικό καθαριστικό, και white spirit. Η εφαρμογή του καθαριστικού ήταν κάπως περίπλοκη για τις προτιμήσεις μου: πλύσιμο με νερό, ψέκασμα του καθαριστικού, τρίψιμο με ατσαλόμαλλο, κι μετά από λίγα λεπτά, ξανά τρίψιμο, ξέπλυμα με νερό. Το καθάρισμα με το white spirit ήταν πιο απλό: τρίψιμο με ατσαλόμαλλο και σκούπισμα. Το πρόβλημα και με τις δύο λύσεις ήταν πως, ενώ αφαιρούσαν αρκετά καλά το παλιό επιφανειακό στρώμα λαδιού (το white spirit σαφώς καλύτερο), δεν αφαιρούσαν εντελώς τους λεκέδες. Και στις δύο περιπτώσεις έμεναν σκιές, που παρόλο που δεν ήταν ορατές σε απόσταση πάνω από 30-40 εκατοστά, θα με στοίχειωναν αν δεν τις καθάριζα.
Έτσι έφτασε η ώρα για την πραγματική δουλειά: το τρίψιμο με το χέρι. Δοκιμάζοντας σε μια μικρή επιφάνεια, ξεκίνησα με ένα σχετικά ψιλό γυαλόχαρτο, ελπίζοντας ότι θα τα κατάφερνα με το μίνιμουμ τριψίματος. Δυστυχώς οι λεκέδες παρέμεναν, οπότε χρειάστηκε να ξεκινήσω από το Νο. 80, και αφού πέρασα ένα χέρι με το 120, έφτασα στο 220. Δύο ώρες και 15 σκαλοπάτια αργότερα, ένα στρώμα σκόνης είχε σκεπάσει το μισό σπίτι πέριξ της σκάλας. Όμως οι λεκέδες είχαν πια εξαφανιστεί. Επιστράτευσα τις εναπομείνασες δυνάμεις για να περάσω ένα τελευταίο χέρι με ένα ακόμη πιο ψιλό γυαλόχαρτο (Νο. 320) παρότι ο δεξιός ώμος είχε σοβαρές αντιρρήσεις να συνεχίσει το τρίψιμο.
Επί το έργον.
Μετά από ένα διάλειμμα για καθάρισμα από τη σκόνη, ήρθε η σειρά του λαδιού. Το teak oil, αντίθετα με αυτό που πιστεύουν πολλοί, είναι μείγμα λαδιών και διαλυτικού που ενδείκνυεται για σκληρά ξύλα, όπως το τικ. Για τη συγκεκριμένη κατασκευή ένα βερνίκι πολυουρεθάνης, που δημιουργεί ένα προστατευτικό στρώμα πάνω από το ξύλο, θα παρείχε μεγαλύτερη προστασία από τους λεκέδες και την τριβή, και θα χρειαζόταν λιγότερη συντήρηση. Εντούτοις, το teak oil, παρά τις αδυναμίες του, αναδεικνύει καλύτερα τη φυσική ομορφιά του ξύλου. Επομένως, δεν υπήρχε κανένα δίλημμα. Πέρασα το teak oil σε λεπτό στρώμα με ένα μαλακό βαμβακερό πανί. Τρείς ώρες μετά το πρώτο χέρι η επιφάνεια ηταν έτοιμη για το δεύτερο. Δύο στρώσεις ήταν αρκετές. (Για απλή συντήρηση της επιφάνειας, δεν χρειάζεται τρίψιμο. Ένα καθάρισμα με νέφτι και ένα χέρι λάδι αρκούν.)
In teak oil we trust.
Λίγα πράγματα προσφέρουν την απόλαυση που σου προσφέρει το φινίρισμα του ξύλου. Το πώς η επιφάνεια του ξύλου ζωντανεύει όταν το κερί, λάδι, βερνίκι απλώνεται πάνω της ξεπερνά κάθε περιγραφή: τα νερά του ξύλου ξεπηδούν από τη θαμπή επιφάνεια που αφήνει το τρίψιμο, και οι τόνοι του μελιού και του κεχριμπαριού παίρνουν τη θέση του ακαθόριστου γκρι-καφέ του αφινίριστου ξύλου. Το θέαμα αξίζει όλη τη σκληρή δουλειά που απαιτεί. Και το πιάσιμο στα χέρια την επόμενη μέρα.