L. V. Beethoven – Σονάτα Αρ. 28, Op. 101
Από τις 32 σονάτες του για πιάνο, ο Μπετόβεν δεν άκουσε παρά μόνο μία να παίζεται δημόσια, ως μέρος προγράμματος ενός ρεσιτάλ: την εικοστή όγδοη, σε λα μείζονα με αριθμό έργου 101.
Δύσκολο να προσπεράσει κανείς την τραγική ειρωνία: να έχεις γράψει τη μεγαλύτερη μουσική του κόσμου και να μην μπορείς να την ακούσεις. Σκληρό. Ίσως όμως θα έπρεπε να το περιμένουμε ύστερα από εκείνο το απόγευμα που η Μοίρα του χτύπησε την πόρτα. Αυτός, κατά το θρύλο, αντί να πάει να της ανοίξει, πήρε το χτύπημα και το έκανε βασικό μοτίβο στη πέμπτη του συμφωνία. Κι άφησε τη Μοίρα να ξεροσταλιάζει απ’ έξω. Η Μοίρα προφανώς δεν βρήκε την αφηρημάδα του Μπετόβεν τόσο χαριτωμένη. Και αντάμειψε κι αυτόν με ό,τι επιφυλάσσει συνήθως στους κοινούς θνητούς που τολμούν να την αψηφήσουν: μπόλικο μαύρο χιούμορ χιούμορ: η μοναδική σονάτα από τις 32 που θα άκουγε ποτέ ο δημιουργός τους, έμελλε να παιχτεί σε πρώτη δημόσια εκτέλεση, όχι από έναν καταξιωμένο δεξιοτέχνη, ή έστω από κάποιο φέρελπι νέο σολίστ που θα έγραφε την επόμενη χρυσή σελίδα στην ιστορία της Μουσικής, αλλά από έναν τραπεζίτη.
Μπορεί κανείς σήμερα, υπό το φως―ή καλύτερα―τη θολούρα που δημιουργεί ο αναχρονισμός των ιδεών, να φαντάζεται τον Στάινερ φον Φέλσμπουργκ να μετρα ξανά και ξανά στοίβες από τραπεζογραμμάτια και να εκβιάζει με ταπεινωτικούς όρους δανεισμού τους φτωχούς. Μπορούμε να υποθέσουμε ασφαλώς πως είχε ύφος βλοσυρό και φορούσε μονόκλ. Η ενασχόληση με τη μουσική θα ήταν για αυτόν ένας τρόπος να κάνει το ποπ είδωλο του ανάλγητου καπιταλιστή-τοκογλύφου στον καθρέπτη πιο υποφερτό. Τη σονάτα υπ’ αριθμόν 28 τη διδάχθηκε από τον ίδιο το Μπετόβεν, κάτι το οποίο μας κάνει να πιθανολογούμε ότι αυτός ο μοχθηρός καρχαρίας του χρήματος χρησιμοποίησε αθέμιτα μέσα για να πείσει τον μεγάλο μαέστρο να τον δεχθεί ως μαθητή. Ίσως κρύβοντας την πραγματική του ιδιότητα, εμφανιζόμενος σ’ αυτόν ως άκακος κλητήρας. Ο Μπετόβεν μάλλον άρχισε να τον υποψιάζεται όταν ξεδιπλώθηκε η ανεξήγητη―για έναν χαμηλόμισθο, και άρα έντιμο και ευαίσθητο βιοπαλαιστή―όπως θέλει το στερεότυπο―έλλειψη ταλέντου. Όταν εκείνος κλήθηκε να παίξει το 1ο του κονσέρτο για πιάνο, ο Μπετόβεν έγραψε σε ένα γράμμα προς τον πρίγκηπα Ντήτριχστάιν: «Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας για το πώς θα παίξει την καντέντσα. Σίγουρα θα λιποθυμήσει πριν προλάβει να την αρχίσει. Καλύτερα να ματαιωθεί η συναυλία.»
Οκτώ χρόνια αργότερα, ο Στάινερ Φον Φέλσμπουργκ έπαιξε για πρώτη φορά στον κόσμο τη Σονατα υπ’ αριθμόν 28, ένα από τα ευγενέστερα έργα για πιάνο, το πρώτο μεγάλο πιανιστικό επίτευγμα της όψιμης περιόδου του Μπετόβεν―έργο που μιμήθηκε ο Μέντελσον στη μάταια προσπάθειά του να γλιστρήσει στη εκλεκτή συντροφιά των μεγάλων συνθετών και που ο Βάγκνερ σαν πρόσχημα για να πείσει το κοινό ότι οι πομπώδεις υπερπαραγωγές του έχουν δήθεν κάποια μεγάλη μουσική αξία. Θα ήταν επισφαλές να κάνουμε υποθέσεις για την αρτιότητα της εκτέλεσης με βάση τη γνώμη των κριτικών· οι λεπτομέρεις της ερμηνείας του Φέλσμπουργκ διέλαθαν περιέργως της προσοχής του κριτικού της Μουσικής Εφημερίδας της Λειψίας που, κρίνοντας από το αδιάφορο ύφος του άρθρου του, μάλλον ήταν πιο πρόθυμος να εντρυφήσει στο πληθωρικό μπούστο κάποιας παρακαθήμενης νεαρής ακροάτριας παρά να αποκαλύψει την ανεπάρκεια ή το σκοτεινό ποιόν του σολίστα. Όμως το ότι ο Μπετόβεν εμπιστεύτηκε ένα εξαιρετικά δύσκολο, κατά τον ίδιο, έργο, δείχνοντας ακολούθως ασυνήθιστη εγκράτεια στις σκωπτικές αποστροφές, μάλλον σημαίνει πως τελικά ο Φέλσμπουργκ στάθηκε αντάξιος του έργου.
Κι από τοτε δεν ήταν λίγοι οι ερασιτεχνες, κάποιοι λιγότερο, κάποιοι περισσότερο προικισμένοι, που καταπιάστηκαν με αυτή ή κάποια άλλη από τις 32 Σονάτες του Μπετόβεν. Και όταν είδαν πόσο υψηλό είναι το τίμημα που έπρεπε να πληρώσουν σε χρόνο και προσήλωση, δεν εγκατέλειψαν. Διεκδίκησαν την τιμή να ψάξουν το δικό τους μονοπάτι στον μεγάλο κόσμο της Απασιονάτα, της Χαμερκλαβίερ, και του Αποχαιρετισμού. Κάποιοι τα κατάφεραν καλά, χάραξαν μεγάλους δρόμους, λεωφόρους, κάποιοι άλλοι έμειναν στη μέση του πουθενά, κι άλλοι χάθηκαν στην πορεία. Μικρή σημασία έχουν αυτά. Στην τέχνη ισχύει αυτό που λέει ο Τσιτσιπάς για το τένις στη διαφήμιση (ίσως και περισσότερο, αλλά η αλήθεια είναι πως δεν ξέρω τένις): αξία έχει η προσπάθεια, το ταξίδι· ο προορισμός είναι έτσι κι αλλιώς μια χίμαιρα. Εδώ μπορείτε να ακούσετε ολόκληρη τη σονάτα σε εκτέλεση και ηχογράφηση του υποφαινομένου. Αν σας αρέσει μπορείτε να την αγοράσετε. Όλα τα έσοδα (μείον ένα μικρό ποσοστό που κρατά η πλατφόρμα) πιστώνονται αυτόματα από το BandCamp στο λογαριασμό Paypal του Χαμόγελου του Παιδιού.